- γιουγλανδίδες
- Οικογένεια δικοτυλήδονων αρωματικών φυτών, που έχουν κυρίως δενδρώδη μορφή, με μεγάλα σύνθετα φύλλα. Τα άνθη τους είναι μόνοικα, αρσενικά και θηλυκά, αφανή και σχηματίζουν μακρείς ίουλους. Τα θηλυκά βγαίνουν ένα-ένα ή δύο-τρία μαζί. Η σπερμοβλάστη είναι υποφυής και περιβάλλεται από ένα θολωτό περίβλημα, που είτε παραμένει και γίνεται σαρκώδες περίβλημα του καρπού είτε μετατρέπεται σε όργανο πτήσης. Ο καρπός είναι δρύπη και περιέχει ένα φαγώσιμο σπέρμα, πλούσιο σε θρεπτικές ουσίες. Το πιο διαδεδομένο γένος είναι το γνωστό με την επιστημονική ονομασία πτεροκαρύα. Στις γ. ανήκει και η γνωστή μας καρυδιά.
Dictionary of Greek. 2013.